Κτηνοτροφία και γαλακτοκομία-τυροκομία είναι κλάδοι με άμεση σύνδεση μεταξύ και οι τάσεις που διαμορφώνονται στον καθένα επηρεάζουν σαφώς τις εξελίξεις και στον άλλον.
Με αφορμή το έντονο ενδιάφερον που υπάρχει τελευταία για την εξαγορά της γαλακτοβιομηχανίας «Δωδώνη» ο «Έλληνας Αγρότης» καταγράφει τις εξελίξεις που υπάρχουν σε μια από τις πιο κρίσιμες περιόδους της ελληνικής κτηνοτροφίας.
ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΤΣΑΒΟΥ
[email protected]
Αρχικά, αξίζει να αναφερθεί ότι η γαλακτοβιομηχανία Δωδώνη έχει αλλάξει χέρια ήδη άλλες δυο φορές και πλέον ετοιμάζεται να περάσει όπως όλα δείχνουν στην οικογένεια Σαράντη που υπό την επωνυμία «Ελληνικά Γαλακτοκομία» έχει στον όμιλό της πασίγνωστες εταιρίες όπως “ΟΛΥΜΠΟΣ”, “ΤΥΡΑΣ”, “ΡΟΔΟΠΗ”, “ΑΓΝΟ”. Μέσα από αυτή τη συμφωνία οι Θεσσαλοί επιχειρηματίες θέλουν να αποκτήσουν πρόσβαση στη διεθνή αγορά γαλακτομικών προϊόντων και να βάλουν στην αιγίδα τους μια φημισμένη εταιρία.
Ωστόσο μένει να δούμε τι επιπτώσεις θα έχει αυτό σε εργαζόμενους και κτηνοτρόφους της «Δωδώνης», αφού όπως είναι γνωστό εδώ και καιρό, οι εγκαταστάσεις στην Ήπειρο δεν είναι σίγουρο ότι θα μείνουν ανεπηρέαστες από μια ενδεχόμενη εξαγορά από τους Σαράντηδες, με τη βιωσιμότητά τους να αποτελεί αίνιγμα.
Μέσα και από αυτή την εξαγορά διαφαίνεται μια γενικότερη τάση μέσα στην κτηνοτροφία, αλλά και γενικά τον πρωτογενή τομέα που είναι η σταδιακή συρρίκνωση των μικρών μονάδων, οι οποίες δυσκολεύονται να αντέξουν το κόστος παραγωγής, ενώ στην ίδια μοίρα βρίσκονται και πολλοί κτηνοτρόφοι που διαχειρίζονται ατομικά τις τύχες τους. Με λίγα λόγια μικροί συνεταιρισμοί και ατομικοί εκτροφείς δεν τα βγάζουν πέρα και σιγά σιγά εγκαταλείπουν προς ώφελος των μεγάλων μονάδων και επιχειρήσεων του κλάδου.
Οι αιτίες της εγκατάλειψης και οι πολιτικές (μη) στήριξης
Οι κτηνοτρόφοι, συνεταιρισμένοι και μη αυτή τη στιγμή έχουν πληγεί από τις επαναλαμβανόμενες ζωονόσους, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, αλλά και την έλλειψη επαρκούς χρηματοδότησης από το κράτος το οποίο κατά καιρούς τους αφήνει χωρίς συνδεδεμένες, καθυστερεί τις αποζημιώσεις, ενώ σε αυτά τα δεδομένα πρέπει να προστεθεί και η σοβαρή υποστελέχωση των κτηνιατρικών μονάδων του Δημοσίου, όπως έχει καταγράψει πολλές φορές με εκτενή ρεπορτάζ του ο «Έλληνας Αγρότης».
Ακόμα, το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν υιοθέτησε αυστηρά περιοριστικά μέτρα κατά της εισαγωγής αιγοπροβάτων από χώρες που βρέθηκαν πρόσφατα κρούσματα των μεταδοτικών (ανάμεσα στα ζώα) νόσων κατέστησε τη χώρα «ξέφραγο αμπέλι», με τις «Ελληνοποιήσεις» να γεμίζουν μαντριά και σούπερ μάρκετ με αμφιβόλου ποιότητας αιγοπρόβατα.
Επίσης παράγοντες όπως η αδράνεια της πολιτείας στην κατοχύρωση προϊόντων ως ΠΟΠ ή ΠΓΕ, αλλά και η νοθεία βασικών τροφών όπως η φέτα φέρνουν τον Έλληνα αγρότη σε μειωνεκτική θέση όσον αφορά το πεδίο του διεθνούς ανταγωνισμού.
«Γη και ύδωρ» στις μεγάλες κτηνοτροφικές μονάδες κλειστού τύπου
Στα παραπάνω δεδομένα θα πρέπει να προστεθεί και η εύνοια την οποία απολαμβάνουν οι μεγάλες κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις κλειστού τύπου από το ελληνικό κράτος. Έτσι μπορεί κάποιος να παρατηρήσει φαινόμενα κατά τα οποία η Θεσσαλία που έχει πιο πολλές τέτοιες μονάδες από την Ήπειρο να πουλάει το γάλα της σε πιο καλή τιμή παραγωγού (1.45€ έναντι 1.39€). Κατόπιν είναι εύκολο να καταλάβει κανείς ότι μεγάλο ρόλο στην τιμή παραγωγού παίζει και η απόσταση, αλλά και η ευκολία πρόσβασης στην εκάστοτε κτηνοτροφική μονάδα, αφού εκείνες που είναι πιο απομακρυσμένες συμπιέζονται και πουλάνε φθηνότερα.
Άλλος ένας παράγοντας φυσικά είναι και οι μεσάζοντες που μπήκαν στο παιχνίδι, με τις μεγάλες εταιρείες να μην έχουν πλέον δικό τους δίκτυο με φορτηγά, αναθέντοντας σε… διαμεσολαβητές την παράδοση – παραλαβή γάλακτος. Αυτό έχει ως άμεση συνέπεια να συμπιέζεται έτι περαιτέρω η τιμή παραγωγού, ενώ μερικές μικρές μονάδες οδηγήθηκαν ακόμα και στο κλείσιμο καθώς δεν υπήρχε πλέον η βούληση από τον μεταποιητή να παραλάβει το προϊόν από τον παραγωγό.
Τέλος, πολύ σημαντικός είναι ο παράγοντας της βιοασφάλειας, όπως μέτρα εγκλεισμού, ελέγχου ποιότητας στις ζωοτροφές και άλλα. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται έντονα το φαινόμενο ότι εξαιτίας του αυξημένου κόστους οι μικρές συνεταιριστικές μονάδες, αλλά και ατομικοί κτηνοτρόφοι είτε φροντίζουν πλημμελώς για την αυστηρή τήρηση των κανόνων είτε εγκαταλείπουν πλήρως το κοπάδι τους.
Το κράτος μπορεί να σώσει τους κτηνοτρόφους!
Η περιγραφή όλων των παραπάνω συντελεί στην ακτινογράφηση του προβλήματος και της κρίσιμη καμπής στην οποία βρίσκεται η ελληνική κτηνοτροφία. Ωστόσο αν κάποιος μπορεί να δώσει λύση στα δύσκολα προβλήματα αυτός δεν είναι άλλος από το κράτος.
Η πολιτεία που θέλει τον κτηνοτρόφο στο κοπάδι του είτε ατομικά είτε σε τοπικούς συνεταιρισμούς τον βοηθά να επιβιώνει παρά τις δυσκολίες, με μέτρα όπως η επιδότηση των δύσκολα προσβάσιμων και νησιωτικών περιοχών, η έγκαιρη και σωστή καταβολή των χρημάτων που αναλογούν για στήριξη όπως συνδεδεμένες και άλλα, οι κατώτερες εγγυμένες τιμές, η κατοχύρωση των ελληνικών προϊόντων ως ΠΟΠ/ΠΓΕ, αλλά και η πλήρης στελέχωση των κατά τόπους κτηνιατρικών μονάδων με γιατρούς και άλλους επιστήμονες που θα είναι ενημερωμένοι για τις εξελίξεις και τις παγκόσμιες τάσεις προκειμένου να μπορούν να επιμορφώνουν τους εκτροφείς.
Το να μείνει στο κοπάδι του ο κτηνοτρόφος θα σημαίνει νέα αναβάθμιση της ποιότητας γαλακτομικών προϊόντων η οποία θα συνδυαστεί και με επιβράδυνση αν όχι και σταμάτημα της ερήμωσης της υπαίθρου.