Από την εφημερίδα Έλληνας Αγρότης που κυκλοφορεί
Αντίθετα με την Ελλάδα, η δράση ανθεί σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες ως μια νέα, δυναμική μορφή αγροτουρισμού – Σύμφωνα με τη βιολόγο Δρα Λουκία Αικατερινιάδου, ερευνήτρια του ΕΛΓΟ «Δήμητρα», είναι μια ευκαιρία ανάδειξης της εκτροφής αιγοπροβάτων και της παραγωγής τυροκομικών
ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΑΝΤΩΝΙΟΥ
Η επιδημία της ευλογιάς των προβάτων, η οποία όχι μόνο δεν έχει αναχαιτιστεί αλλά εμφανίζει διαρκώς νέα κρούσματα σε διάφορα σημεία της χώρας, έχει απομονώσει για λόγους υγειονομικής ασφάλειας μεγάλο κομμάτι του κτηνοτροφικού πληθυσμού από την ευρύτερη κοινωνία, κάνοντας το -ούτως ή άλλως δύσκολο- επάγγελμα του κτηνοτρόφου ακόμα πιο… βασανιστικό και μοναχικό. Ισως αυτή η περίοδος δεν είναι η καλύτερη για να αναφερθούμε στην τάση των επισκέψιμων κτηνοτροφικών μονάδων, η οποία όμως ανθεί σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες ως μια νέα, δυναμική μορφή αγροτουρισμού.
Η Ελλάδα, αν κι έχει μακρά κτηνοτροφική παράδοση, αν κι έχει ακόμα ένα μικρό μεν, αλλά πολύ ενδιαφέρον κομμάτι μετακινούμενης κτηνοτροφίας (στην Πίνδο), αν και διαθέτει ορισμένες μονάδες περιαστικής κτηνοτροφίας, π.χ. στην Αττική, εύκολα προσεγγίσιμες από τους κατοίκους της πρωτεύουσας, αν και διαθέτει σημαντική ορεινή κτηνοτροφία που λειτουργεί (και) ως τουριστική ατραξιόν, δεν έχει καταφέρει να εντάξει την πρωτογενή παραγωγή στις σύγχρονες τουριστικές τάσεις που θέλουν τον επισκέπτη να γίνεται «ένα με τον παραγωγό», συμμετέχοντας στις καθημερινές εργασίες του δεύτερου.
Σύμφωνα με τη βιολόγο Δρα Λουκία Αικατερινιάδου, ερευνήτρια του ΕΛΓΟ «Δήμητρα», οι βιωματικές επισκέψιμες φάρμες είναι μια ευκαιρία ανάδειξης της εκτροφής προβάτων και αιγών, και της παραγωγής τυροκομικών προϊόντων, και μπορούν να παίξουν μείζονα ρόλο στη δικτύωση των τοπικών φορέων για τη δημιουργία και προώθηση γαστρονομικών προϊόντων. Στα τέλη Απριλίου, η κυρία Αικατερινιάδου επισκέφτηκε τη Σαμοθράκη και συμμετείχε σε θεματικό εργαστήριο με τίτλο «Βιωματικές περιηγητικές εμπειρίες στον γαστρονομικό τουρισμό της Σαμοθράκης», στο πλαίσιο του οποίου παρουσίασε εισήγηση απευθυνόμενη στους κτηνοτρόφους και τους επαγγελματίες της μεταποίησης και της εστίασης στο νησί. Το θεματικό εργαστήριο ήταν μέρος του Διακρατικού Σχεδίου Συνεργασίας: Local Tour (Υπομέτρο 19.3 CLLD LEADER ΠΑΑ 2014-2020). Η εισήγησή της στηρίχθηκε στα αποτελέσματα έργων που έχει η ίδια αναλάβει κυρίως στα νησιά του Ιονίου, όπου υπάρχει ιστορική παρουσία της κτηνοτροφίας, αλλά, δυστυχώς, όχι η επιθυμητή σύνδεσή της με τον τουρισμό. Ο «Ελληνας Αγρότης» παρακολούθησε την ημερίδα και καταγράφει όσα ειπώθηκαν.
Από την Κρήτη στη Σαμοθράκη
Η Δρ Λουκία Αικατερινιάδου ξεκίνησε την παρουσίασή της στην εκδήλωση της Σαμοθράκης με αναφορά στην επισκέψιμη φάρμα «Το Σπίτι του Βοσκού» στην Κρήτη, μιτάτο το οποίο βρίσκεται στο Kρανιώτικο Aόρι, στον Ψηλορείτη, σε υψόμετρο 848 μ., κι αποτελεί καταφύγιο της κρητικής παράδοσης αλλά και πρότυπο αγροτουρισμού. Σύμφωνα με την κυρία Αικατερινιάδου, «απαραίτητη προϋπόθεση ως πρώτο βήμα είναι η αποτύπωση των παραδόσεων και του τρόπου ζωής στη Σαμοθράκη, που θα πρέπει να προσφερθεί ως ανταγωνιστικό τουριστικό προϊόν υψηλής ποιότητας. Η επισκέψιμη φάρμα της Σαμοθράκης θα πρέπει να χτίσει έναν μύθο, να παρουσιάσει ένα αφήγημα το οποίο έλκει τους επισκέπτες».
Η Σαμοθράκη με το εκπληκτικό φυσικό ανάγλυφο και τη μακραίωνη παράδοση στην αιγοπροβατοτροφία μπορεί να προχωρήσει «στη δημιουργία επισκέψιμων αγροκτημάτων τα οποία θα προσφέρουν παραδοσιακές εγκαταστάσεις ικανές να δέχονται επισκέπτες και ταυτόχρονα θα είναι ελκυστικές. Τις έχουμε αυτή τη στιγμή στη Σαμοθράκη;». «Δυστυχώς όχι» είναι η απάντηση, αν αναλογιστεί κανείς το παρωχημένο επίπεδο των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων (τα «στεγάδια») στο νησί του βόρειου Αιγαίου.
Η επισκέψιμη κτηνοτροφική μονάδα θα πρέπει να προσφέρει στους επισκέπτες της συγκεκριμένες και χρονικά προσδιορισμένες (μέσα στο έτος) δραστηριότητες, ξεκινώντας από τις απολύτως χαρακτηριστικές: το τάισμα και το άρμεγμα των ζώων, και την τυροκόμηση του γάλακτος. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Σαμοθράκη, αν και δεν έχει κάποιο ΠΟΠ τυρί, εντούτοις παράγει μια ευρεία γκάμα εκλεκτών τυριών, όπως το γνωστό ξηροτύρι με τη χαρακτηριστική αλμυρή, ξηρή γεύση του.
Το αγροτουριστικό «πακέτο» στα μονοπάτια των βοσκών
Σύμφωνα με τη Δρα Λουκία Αικατερινιάδου, μια επισκέψιμη μονάδα, όπως αυτές που θα έπρεπε να σχεδιαστούν στη Σαμοθράκη, θα μπορούσε να προσφέρει περιπατητικό τουρισμό στα μοναδικά τοπία, στο πλούσιο ανάγλυφο, στο ιδιαίτερο μικροκλίμα και στην ιδιαίτερη χλωρίδα του νησιού. Σε ένα τέτοιο «πακέτο» περιλαμβάνονται περίπατοι στα μονοπάτια των βοσκών όλο τον χρόνο και επιλογή μονοπατιών που παρουσιάζουν τη χαρακτηριστική φύση της Σαμοθράκης, προσαρμοσμένων είτε σε έμπειρους είτε σε αρχάριους πεζοπόρους. Επίσης, κούρεμα προβάτων, τυροκόμηση, συλλογή βοτάνων, μαθήματα τοπικής κουζίνας, εκμάθηση τοπικών χορών κ.ά.
«Υπάρχει ευκαιρία ανάδειξης της εκτροφής προβάτων και αιγών, και παραγωγής τυροκομικών προϊόντων. Κάτω όμως από ποιες συνθήκες;» αναρωτήθηκε η Δρ Λουκία Αικατερινιάδου, για να απαντήσει αμέσως η ίδια: «Ναι, είναι ευκαιρία ο αγροτουρισμός, με την προϋπόθεση ότι έχουμε μια κτηνοτροφία η οποία είναι δυναμική και παραγωγική».
Ισχυρή συνέργεια ο τουρισμός και η κτηνοτροφία
Σε άλλες χώρες μπορείς να μείνεις, ως τουρίστας, στον στάβλο και να παρακολουθείς τις καθημερινές δραστηριότητες του κτηνοτρόφου, χωρίς κατ’ ανάγκη να συμμετέχεις
Η νησιωτική προβατοτροφία και αιγοτροφία στο Ιόνιο και το Αιγαίο παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά στα περισσότερα νησιά, με μικρές διαφορές μεταξύ τους. Σύμφωνα με την ερευνήτρια την κυρία Αικατερινιάδου, παρατηρείται δυσκολία στη γειτνίαση κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων με τον ολοένα επεκτεινόμενο αστικό ιστό, «στο πλαίσιο ενός τουρισμού ο οποίος αυξάνεται και καταλαμβάνει ολοένα μεγαλύτερο χώρο, σπρώχνοντας την κτηνοτροφική δραστηριότητα στο περιθώριο – κι αυτό είναι μια λανθασμένη προσέγγιση του τουρισμού στην Ελλάδα».
Η ερευνήτρια του ΕΛΓΟ ομολογεί πως «δεν καταφέραμε να συνδυάσουμε τη φάρμα με το τουριστικό κατάλυμα», πιστεύει όμως ότι κτηνοτροφία και τουρισμός δεν θα έπρεπε να λειτουργούν ανταγωνιστικά, αλλά να είναι «δραστηριότητες ισχυρής συνέργειας, όπως είναι στο εξωτερικό, όπου μπορείς να μείνεις, ως τουρίστας, ακριβώς πάνω από τον στάβλο και να παρακολουθείς τις καθημερινές δραστηριότητες του κτηνοτρόφου, χωρίς κατ’ ανάγκη να συμμετέχεις σε αυτές».
Το γεγονός ότι οι προδιαγραφές για παραγωγικές υποδομές (π.χ., σφαγεία, τυροκομεία) δεν είναι προσαρμοσμένες στη νησιωτική πραγματικότητα, το υψηλό κόστος μεταφοράς των ζωοτροφών, η ύπαρξη του δύσκολου γραφειοκρατικού σκοπέλου των «προαπαιτούμενων» είναι μερικά από τα στοιχεία που συναντά κανείς σε όλα τα ελληνικά νησιά. Η απουσία σφαγείων σε μικρά νησιά (η Σαμοθράκη διαθέτει σφαγείο) και η ελλιπής στελέχωση των υπηρεσιών με κτηνιάτρους, οι οποίοι είναι απαραίτητοι για τον έλεγχο, τη μετακίνηση και τη σφαγή των ζώων κ.λπ., δημιουργούν μία ακόμα σειρά από προβλήματα που αποτρέπουν από την ενασχόληση με την κτηνοτροφία.
Η βιωσιμότητα των μικρών εκμεταλλεύσεων υπονομεύεται από παράγοντες, όπως η ανεπαρκής πληροφόρηση, η εκπαίδευση, η τεχνογνωσία των επαγγελματιών, η μειωμένη παραγωγικότητα (πολλά ζώα χαμηλής παραγωγικότητας), το αυξημένο κόστος παραγωγής. Οι διαφορές στην ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων, η δυσκολία στη διάθεσή τους έξω από το νησί, η κοινωνική απομόνωση και η υποτίμηση του επαγγέλματος της κτηνοτροφίας είναι επίσης προβλήματα της νησιωτικής κτηνοτροφίας. Τα οικονομικά αποτελέσματα των εκμεταλλεύσεων εξαρτώνται από τον αριθμό των ζώων, το γενετικό δυναμικό παραγωγής των εκτρεφόμενων ζώων, τη μορφή εκμετάλλευσης, τη συνολική διαχείριση της εκμετάλλευσης και τις επικρατούσες τιμές των παραγόμενων προϊόντων και των ζωοτροφών.
Οπως παρατήρησε η Δρ Λουκία Αικατερινιάδου, «η φθίνουσα πορεία της κτηνοτροφίας σε πολλά ελληνικά νησιά δημιουργεί πολλαπλά προβλήματα ακόμα και στον ίδιο τον τουρισμό, καθώς στερεί την πολύτιμη πρώτη ύλη από τη μεταποίηση κι αφαιρεί έτσι ένα γαστρονομικό προϊόν, το κρέας και τα κρεατοσκευάσματα, από τον πλούτο που μπορούν να προσφέρουν τα νησιά στους επισκέπτες τους».
Οκτώ προτάσεις για την κτηνοτροφία
Μερικές προτάσεις που προέκυψαν ύστερα από έρευνα της Δρος Λουκίας Αικατερινιάδου στα νησιά του Ιονίου, οι οποίες μπορούν να συμβάλουν στην ανάδειξη της εκτροφής προβάτων και των αιγών:
1. Να μειωθεί η μέση ηλικία των κτηνοτρόφων, η οποία σήμερα είναι πάνω από τα 45 χρόνια, και πολλοί από αυτούς δεν έχουν διαδοχή. Το μορφωτικό επίπεδο και η ηλικία των συμμετεχόντων στην έρευνα δίνουν μια ευδιάκριτη εικόνα των κοινωνικών διαρθρωτικών αδυναμιών.
2. Να αυξηθεί το μέσο μέγεθος των κοπαδιών, καθώς σήμερα είναι μικρό, με αποτέλεσμα οι οικονομίες κλίμακας να παραμένουν ανεκμετάλλευτες – ίσως χρειαστεί να μειωθεί ο αριθμός των κοπαδιών.
3. Να καθοριστούν εφικτοί στόχοι σε μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βάση.
- Να συγκρατηθεί η τάση για μείωση του πληθυσμού των αιγοπροβάτων (μεταξύ άλλων και) εξαιτίας του τουρισμού.
- Να γίνει πιο σαφές το σύστημα διαχείρισης και να μειωθεί η απροθυμία των κτηνοτρόφων για στοχοθετημένη διαχείριση ζώων και σχεδιασμό, βάσει στοιχείων τα οποία τηρούνται συστηματικά.
- Να εφαρμοστούν προγράμματα γενετικής βελτίωσης, ελέγχου αποδόσεων και εκτίμησης της γενετικής προόδου και της αποτελεσματικότητας των διασταυρώσεων. Κρίνεται απαραίτητο να τονισθεί η σημαντικότητα ανάπτυξης εργαλείων καταγραφής, ελέγχου και βελτίωσης του γενετικού υλικού.
- Υπάρχει ανάγκη εξατομικευμένων προγραμμάτων διατροφής και επιστημονικής υποστήριξης (απουσία εμπειρογνωμόνων από τα νησιά).
8. Να ενσωματωθούν στη διαχείριση των εκτροφών οι σύγχρονες τεχνολογίες και γνώσεις «για να ελαφρύνουμε ένα επάγγελμα το οποίο είναι πολύ βαρύ, ιδιαίτερα στην εκτατική και ημιεκτατική κτηνοτροφία».
Οι εγκαταστάσεις είναι το σημαντικότερο
Σύμφωνα με την κυρία Αικατερινιάδου, το πιο σημαντικό για ένα επισκέψιμο αγρόκτημα είναι οι εγκαταστάσεις, κι αυτό διότι η εκτατική και η ημιεκτατική κτηνοτροφία στα νησιά συνδέονται με πρόχειρες κατασκευές, χαμηλής αισθητικής. Ζήτησε «να γίνει έρευνα, να βρεθεί η παραδοσιακή αρχιτεκτονική των κτηνοτροφικών εγκαταστάσεων στη Σαμοθράκη, κι αυτή να αποτυπωθεί σε ένα βιώσιμο αγρόκτημα».
Ο Ελληνας κτηνοτρόφος δεν ρισκάρει
Ποιος θα αναλάβει την πρωτοβουλία; Ο Ελληνας κτηνοτρόφος έχει περιορισμένη επιχειρηματική συνείδηση, δεν ρισκάρει. Σύμφωνα με τη Λ. Αικατερινιάδου, χρειάζονται συμπράξεις ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, με τη συνεργασία πανεπιστημίων, ερευνητικών κέντρων, εργαστήριων κ.ά., «μια μεγάλη ομπρέλα η οποία θα στηρίξει μεμονωμένες πρωτοβουλίες, δημιουργώντας το περιβάλλον ασφαλούς επιχειρηματικότητας, μιας εγγυημένα επιτυχημένης επιχειρηματικότητας».