Το έργο Mountolive I αναδεικνύει τα ποιοτικά και υγιεινά πλεονεκτήματα του ελαιολάδου ορεινής καλλιέργειας και ζητά δίκαιη αναγνώριση από καταναλωτές και αγορά.
Μέσα σε ένα δύσκολο περιβάλλον για τον τομέα της ελαιοκαλλιέργειας, το έργο Mountolive I (2024–2025) έφερε στο προσκήνιο τη μοναδικότητα του ελαιολάδου που παράγεται σε ορεινές περιοχές. Σκοπός του έργου ήταν η διαφοροποίηση και ανάδειξη της αξίας αυτού του προϊόντος, με έμφαση στην ποιοτική του ανωτερότητα, τη θρεπτική του αξία και την αποδοχή του από τους καταναλωτές.
Με τη συμμετοχή φορέων όπως το Πανεπιστήμιο της Χαέν, το IFAPA και οι Αγροδιατροφικοί Συνεταιρισμοί της Χαέν, μελετήθηκαν ελαιώνες σε διαφορετικά υψόμετρα (<600 μ., 600–800 μ. και >800 μ.). Τα αποτελέσματα έδειξαν πως το ελαιόλαδο από υψόμετρα άνω των 800 μ. περιέχει υψηλότερες συγκεντρώσεις ολεϊκού οξέος, φαινολικών ενώσεων και ελαίων με αυξημένη ένταση φρουτώδους, πικρού και πράσινων αρωμάτων — προσφέροντας καλύτερο διατροφικό προφίλ και γευστική εμπειρία.
Αν και οι περισσότεροι καταναλωτές δεν γνωρίζουν τις διαφορές, σχεδόν οι μισοί δήλωσαν ότι η ένδειξη “Ελαιόλαδο Ορεινής Προέλευσης” στην ετικέτα θα επηρέαζε θετικά την αγοραστική τους απόφαση. Το σημαντικότερο: η πλειονότητα δηλώνει πρόθυμη να πληρώσει περισσότερα για αυτό το εξειδικευμένο προϊόν, αν τους δοθούν οι κατάλληλες πληροφορίες.
Το έργο κατέληξε στο ότι η ανάδειξη του ελαιολάδου ορεινής καλλιέργειας δεν είναι μόνο υπόθεση ποιότητας, αλλά και διατήρησης της αγροτικής ζωής, της βιοποικιλότητας και της πολιτισμικής κληρονομιάς. Η σωστή επικοινωνία και σήμανση μπορούν να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα και τη βιωσιμότητα αυτής της μορφής καλλιέργειας.
Πηγή: Olimerca